Αρχική / Περιβάλλον / Το τσιμέντο αντιμέτωπο με την κλιματική αλλαγή

Το τσιμέντο αντιμέτωπο με την κλιματική αλλαγή

Τσιμέντο, ένα υλικό που απαντάται σε πληθώρα στα αστικά κέντρα – και όχι μόνο – καθώς κυριαρχεί στην κατασκευή κτιρίων και υποδομών, που απαρτίζουν το δομημένο περιβάλλον. Το τσιμέντο αποτελεί το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο τεχνητό υλικό στον πλανήτη, ενώ είναι ο δεύτερος περισσότερο χρησιμοποιημένος πόρος, μετά το νερό.

Αποτελεί, επίσης, το λόγος ύπαρξης για μερικά από τα πιο εντυπωσιακά κτίρια του κόσμου. Η Όπερα του Σίδνεϊ, ο ναός Lotus στο Δελχί, το Burj Khalifa στο Ντουμπάι, καθώς και το Pantheon της Ρώμη – με τον μεγαλύτερο μη υποστηριζόμενο τσιμεντένιο τρούλο στον κόσμο – όλα οφείλουν την κατασκευή τους στο εν λόγω υλικό.

Όμως, εκτός από τη συμβολή του στο ανθρωπογενές περιβάλλον και στην πολιτισμική κληρονομιά, το τσιμέντο έχει και έναν σημαντικό αντίκτυπο: αποτελεί την πηγή για περίπου το 8% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2), σύμφωνα με το think tank Chatham House.

Ενδεικτικά, το τσιμέντο συμβάλει στις εκπομπές CO2 περισσότερο από τα αεροπορικά καύσιμα (2,5%), ενώ δεν απέχει πολύ από τις παγκόσμιες γεωργικές επιχειρήσεις (12%). Αν μάλιστα ήταν χώρα, θα βρισκόταν στην 3η θέση παγκοσμίως, ακολουθώντας την Κίνα και τις ΗΠΑ. Για την ακρίβεια, η πρωτιά της Κίνας στις παγκόσμιες εκπομπές οφείλεται, εν μέρει, και στην εκτεταμένη οικοδομική της δραστηριότητα.

Η ιδιαίτερη σύνδεση του υλικού με την κλιματική αλλαγή, είχε ως αποτέλεσμα οι ηγέτες της βιομηχανίας τσιμέντου να βρεθούν το 2018 στην Πολωνία, στη διάσκεψη του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή – COP24 – για να συζητήσουν τους τρόπους με τους οποίους θα συνεισφέρουν στην ικανοποίηση των απαιτήσεων της Συμφωνίας του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή. Για να γίνει αυτό, οι ετήσιες εκπομπές CO2 από τσιμέντο θα πρέπει να μειωθούν τουλάχιστον κατά 16% έως το 2030.

Πως φαίνονται, λοιπόν, να εξελίσσονται τα πράγματα, σχεδόν τρία χρόνια αργότερα;

Τρέχουσες εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, υποδηλώνουν ότι 4,1 γιγατόνοι τσιμέντου παρήχθησαν παγκοσμίως το 2019. Η παραγωγή έφτασε τους 4,2 Gt το 2014 και έκτοτε παρέμεινε σχεδόν σταθερή στους 4,1 Gt. Ωστόσο, αν δεν γίνουν προσπάθειες για μείωση της ζήτησης, η ετήσια παραγωγή τσιμέντου αναμένεται να αυξηθεί – έστω και ελαφρώς – έως το 2030.

Παγκόσμια Παραγωγή τσιμέντου 2010-2019

http://ered.gr/admin/uploads/global-cement-production-2010-2019.png

IEA, Global cement production, 2010-2019, IEA, Paris, https://www.iea.org/data-and-statistics/charts/global-cement-production-2010-2019

Η ζήτηση για τσιμέντο στον κατασκευαστικό κλάδο είναι αυτή που προσδιορίζει την παραγωγή και είναι, προφανώς, καθοριστικός παράγοντας για την κατανάλωση ενέργειας στον υποτομέα τσιμέντου και για τις εκπομπές CO2. Επί της παρούσης, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός τσιμέντου, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 55% της παγκόσμιας παραγωγής, ακολουθούμενη από την Ινδία με 8%. Η παραγωγή στην Κίνα αναμένεται να μειωθεί μακροπρόθεσμα, αλλά, ως αντιστάθμισμα, αναμένονται αυξήσεις στην Ινδία και άλλες ασιατικές χώρες, καθώς και στην υποσαχάρια Αφρική, ως αποτέλεσμα της οικονομικής προόδου, της αστικοποίησης και της ανάπτυξης υποδομών σε αυτές τις χώρες.

Σε κάθε περίπτωση το τσιμέντο αποτελεί ένα εξαιρετικά ανθεκτικό και εύχρηστο υλικό. Είναι φτηνό, μπορεί να παραχθεί σχεδόν οπουδήποτε και έχει όλα τα δομικά χαρακτηριστικά, που το καθιστούν ιδανικό για κτίρια και υποδομές. Με άλλα λόγια, παρότι υπάρχουν εναλλακτικές, η δόμηση χωρίς τσιμέντο αποτελεί μια πρόκληση.

Επομένως, η μείωση των εκπομπών CO2 με την παράλληλη κάλυψη της παγκόσμιας ζήτησης για τσιμέντο δεν θα είναι εύκολη υπόθεση.

Ορισμένες στρατηγικές επίτευξης αυτού του στόχου περιλαμβάνουν τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, τη μετάβαση σε καύσιμα χαμηλότερου άνθρακα, τη μείωση του λόγου κλίνκερ – του μεγαλύτερου ρυπαντή στο σύνολο της παραγωγικής διαδικασίας – προς τσιμέντο, αλλά και την προώθηση καινοτομιών και νέας τεχνολογίας.

 Πράγματι, εναλλακτικές μορφές τσιμέντου έχουν κάνει δειλά την εμφάνισή τους τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά η BioMason, μια νεοσύστατη επιχείρηση στη Βόρια Καρολίνα, χρησιμοποιεί βακτήρια, για να δημιουργήσει τούβλα από «βιο-τσιμέντο». Μια ιδέα εμπνευσμένη από τις θαλάσσιες δομές και, μετά από χρόνια έρευνας και ανάπτυξης, πλέον μπορεί να παράγει τούβλα μέσα σε 4 μόλις μέρες, σε θερμοκρασία δωματίου, χωρίς την ανάγκη για ορυκτά καύσιμα και ασβεστοποίηση, που αποτελούν τις κυριότερες πηγές CO2 της βιομηχανίας.

Ωστόσο, η βιομηχανία κυριαρχείται από λίγους, μεγάλους παραγωγούς, απρόθυμους να πειραματιστούν ή να αλλάξουν επιχειρηματικά μοντέλα. Αλλά και αρχιτέκτονες, μηχανικοί, εργολάβοι και κατασκευαστικές εταιρείες παραμένουν επιφυλακτικοί όσον αφορά τη χρήση νέων δομικών υλικών.  

Και, φυσικά, σε μια τέτοια βιομηχανία κλίμακας, με τα ψηλά και μεγάλα κτίρια να κυριαρχούν στις σύγχρονες κατασκευαστικές τάσεις, αυξάνοντας τις ανάγκες στατικότητας, αντοχής και διάρκειας στο χρόνο, ο οικονομικός παράγοντας δεν είναι ο μόνος λόγος που κύριοι παίκτες του τομέα διστάζουν να ενσωματώσουν νέα υλικά στις κατασκευές τους.

Εντούτοις, αν δεν υπάρξει η απαιτούμενη χρηματοδότηση για έρευνα και βελτίωση των υλικών και της τεχνολογίας, η επίτευξη του στόχου μείωσης των εκπομπών CO2 φαίνεται να ξεμακραίνει.   

Και τα χρονικά περιθώρια στενεύουν διαρκώς.

Μια άλλη λύση, λιγότερο καινοτόμα, αποτελεί και η μείωση της ζήτησης του ίδιου του προϊόντος, μέσα από ενέργειες όπως η βελτιστοποίηση της χρήσης τσιμέντου σε μίγματα σκυροδέματος, η αποτελεσματικότερη χρήση του σκυροδέματος, η ελαχιστοποίηση των αποβλήτων στην κατασκευή και η μεγιστοποίηση της διάρκειας ζωής των κτιρίων και των υποδομών.

Η βελτιστοποίηση της απόδοσης των υλικών κερδίζει διαρκώς αυξανόμενη υποστήριξη, καθώς προσφέρει άμεση λύση, χωρίς σημαντικές αλλαγές στην παραγωγική διαδικασία ή υπέρογκες επενδύσεις. Επιπλέον, η υιοθέτηση τέτοιων στρατηγικών κατά τη χρήση τσιμέντου, θα συμβάλει στη μείωση της ζήτησης σε ολόκληρη την κατασκευαστική αλυσίδα, συμβάλλοντας αυτομάτως και στην μείωση των εκπομπών CO2.

Κανείς δεν αναμένει την εξάλειψη του τσιμέντου από τον κατασκευαστικό τομέα στο προσεχές μέλλον. Και είναι πράγματι αυταπόδεικτο ότι οι ιδιότητες του υλικού δύσκολα μπορούν να αντικατασταθούν πλήρως.

Ωστόσο, σε μια εποχή όπου η κλιματική αλλαγή αποτελεί κεντρική συζήτηση όλων και το κτιριακό απόθεμα βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής της ΕΕ, μέσα από κινήσεις όπως το European Green Deal, το Renovation Wave και το New European Bauhaus, η ανάγκη της βιομηχανίας παραγωγής τσιμέντου να κινητοποιηθεί είναι επιτακτική.  

Check Also

Τέλος ανακύκλωσης: Επιβολή από 1η Ιουνίου στις πλαστικές συσκευασίες

Μία ακόμα επιβάρυνση στα προϊόντα η συσκευασία των οποίων περιέχει πολυβινυλοχλωρίδιο (PVC) έρχεται για τους …