Μέχρι το 2030 θα πρέπει η συμμετοχής των ΑΠΕ να αγγίξει το 32% στη συνολική κατανάλωση, ενώ το ποσοστό του λιγνίτη θα περιοριστεί στο 17%
Επενδύσεις 32,7 δισ. ευρώ κατά την περίοδο 2020-2030 προβλέπει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), ώστε αν επιτευχθούν οι στόχοι για την αναδιάρθρωση του ενεργειακού μίγματος, της μείωσης των εκπομπών ρύπων, καθώς και την ενεργειακή εξοικονόμηση.
Από αυτά τα κεφάλαια, η μερίδα του λέοντος φορά την ενεργειακή απόδοση (9 δις. ευρώ), τις νέες ΑΠΕ για ηλεκτροπαραγωγή (8,5 δις. ευρώ), τις υποδομές ηλεκτρικού συστήματος (5,5 δις. ευρώ) καθώς και τα έργα ανάπτυξης δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας – Ψηφιοποίηση (3,3 δις. ευρώ).
Παράλληλα, 2,2 δις. ευρώ προβλέπονται για διασυνοριακούς αγωγούς φυσικού αερίου και 2 δις. για δίκτυα και αποθήκευση φυσικού αερίου.
Επίσης, για Έρευνα και Καινοτομία προβλέπονται επενδύσεις 300 εκατ. ευρώ, για τις οποίες το ΥΠΕΝ θα ετοιμάσει ειδικό σχέδιο ενίσχυσης, με την παροχή κινήτρων για την υποστήριξή τους.
Οι επενδύσεις συμπληρώνονται με 1,9 δις. ευρώ που θα κατευθυνθούν σε νέες συμβατικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και αναβάθμιση υφιστάμενων.
Σε αυτές, περιλαμβάνονται τα υπόλοιπα κεφάλαια για την ολοκλήρωση της Πτολεμαΐδα V, καθώς και η χρηματοδότηση για την περιβαλλοντική αναβάθμιση υπαρχουσών λιγνιτικών μονάδων, όπως του ΑΗΣ Αμυνταίου.
Στο 1,9 δις. συγκαταλέγονται επίσης οι επενδύσεις για νέες μονάδες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας (αντλησιοταμίευση, μπαταρίες, μετατροπή σε αέριο), οι οποίες σύμφωνα με το ΕΣΕΚ θα χρειαστούν για να επιτευχθούν υψηλοί βαθμοί διείσδυσης των ΑΠΕ στο εγχώριο ενεργειακό μίγμα.
Σύμφωνα με το Σχέδιο, η «έκρηξη» των μονάδων αποθήκευσης θα συμβεί μετά το 2025, με την εγκατεστημένη τους ισχύ να αγγίζει τα 700 MW το 2030.
Για την υλοποίησή τους, θα δαπανηθούν περί τα 500 εκατ. ευρώ.
O ΕΣΕΚ προβλέπει την αναδιάρθρωση του ενεργειακού μίγματος της χώρας μέχρι το 2030, με αύξηση συμμετοχής των ΑΠΕ στο 32% συνολική κατανάλωση (και 56% στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας), με περιορισμό του ειδικού βάρους του ρόλου του λιγνίτη στο 17% και αξιοποίηση του φυσικού αερίου ως σταθεροποιητικού παράγοντα για τη μεταβατική αυτή περίοδο.
Έμφαση στην εξοικονόμηση
Όσον αφορά την εξοικονόμηση ενέργειας, προβλέπει παρεμβάσεις ενεργειακής αναβάθμισης σε πλήθος κλάδων της οικονομίας, με στόχο να επιτυγχάνεται ένας πολύ φιλόδοξος στόχος, 1,5% ετησίως, για το σύνολο των δραστηριοτήτων στην οικονομία.
Έτσι, θα πρέπει να επιτευχθούν τουλάχιστον 7 έως 7,3 MToe (εκατομμύρια τόνοι ισοδύναμου πετρελαίου) εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο 2021-2030.
Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με το βασικό σενάριο που περιγράφεται στο ΕΣΕΚ, υπερκαλύπτονται οι περιβαλλοντικοί στόχοι για τη μείωση των εκπομπών ρύπων. Έτσι, για τους τομείς που εντάσσονται στο ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων και εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, η μείωση της χώρας μας θα είναι 63% έναντι στόχου 43%.
Επίσης, για το non-ETS για το σύστημα εκτός εμπορίας, για τους ρύπους εκτός εμπορίας η μείωση θα είναι 31% όταν ο εθνικός στόχος θα είναι 16%.
Όσον αφορά την εξέλιξη της διείσδυσης των ΑΠΕ, σημαντικό είναι πως αυτή εξελίσσεται μ’ έναν γραμμικό τρόπο, ώστε να μην υπάρχουν διακυμάνσεις και αναταράξεις στην αγορά, όπως έγινε παλιότερα στην περίπτωση των φωτοβολταϊκών.
Επίσης, και στην εξέλιξη της πρωτογενούς και τελικής κατανάλωσης ενέργειας, ουσιαστικά θα υπάρξει μια σχεδόν σταθεροποίηση.
Η εκκαθάριση στην τελική κατανάλωση ενέργειας σταθεροποιείται με σημαντική βελτίωσή στο επίπεδο της οικονομίας, κάτι που επιτυγχάνεται με τη βελτίωση του δείκτη παραγωγικότητας της ενέργειας κατά 38%.
Ο ρυθμός αύξησης της τελικής κατανάλωσης ενέργειας είναι σημαντικά χαμηλότερος από το ρυθμό αύξησης της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας.
Μέχρι πριν λίγο καιρό η τάση ήταν να υπάρχει ένα decoupling, μια αποσύζευξη της αύξησης του ΑΕΠ με την τελική κατανάλωση.
Ποιοτικοί στόχοι
Παράλληλα, εκτός από τους παραπάνω ποσοτικούς στόχους, το ΕΣΕΚ θέτει και ποιοτικούς στόχους αναφορικά με το εγχώριο ενεργειακό σύστημα.
Ο πρώτος στόχος που έχει τεθεί είναι να διασυνδεθούν περίπου το 90% των νησιών. Τα υπόλοιπα μικρά νησιά θα μπουν σε μια άλλη διαδικασία, ή θα ακολουθήσουν πολύ αργότερα.
Ο δεύτερος στόχος είναι η βέλτιστη αξιοποίηση των εγχώριων ενεργειακών πηγών. Και αυτός επιτυγχάνεται, τόσο με τις ΑΠΕ όσο και με τον εξηλεκτρισμό του ενεργειακού συστήματος, όπως επίσης φυσικά και με την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων.
Ο τρίτος στόχος αφορά στη μείωση του ποσοστού της ενεργειακής εξάρτησης, το οποίο από το 74% που είναι σήμερα, πέφτει μετά το ’30 στο 68%. Αν και το ποσοστό μείωσης είναι σχετικά μικρό, εν πολλοίς σε αυτό ευθύνεται η σημαντική «απόσυρση» του λιγνίτη, που είναι εγχώριο καύσιμο.
Την ίδια στιγμή, προβλέπεται η ψηφιοποίηση του ενεργειακού μας συστήματος, όπως και η ανάδειξη της χώρας σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο, μέσω και των διασυνδέσεων αλλά και της δημιουργίας εύρωστης και ανταγωνιστικής αγοράς. Επίσης, για να γίνει αποδοτικότερο ενεργειακά το κτιριακό απόθεμα, χρειάζονται υπέρογκες επενδύσεις.